Ο τύπος άρδευσης που έχει καθιερωθεί είναι η στάγδην άρδευση η οποία ξεκινάει κατά τον Μάϊο με μέσο όρο αρδεύσεων κάθε 4-6 ημέρες ανάλογα με τη σύσταση του εδάφους(π.χ. τα αμμώδη εδάφη έχουν τις μεγαλύτερες απαιτήσεις). Η ποσότητα του νερού εξαρτάται από τις θερμοκρασίες του θέρους και απο τους ανέμους που πνέουν. Συνήθης είναι η δημιουργία μυκητολογικών προβλημάτων (βλ.φυτόφθορα) από υπεράρδευση ή κακή στράγγιση του εδάφους.

Τα δύο βασικά σχήματα διαμόρφωσης του ακτινιδίου είναι: (α) το Τ ή ημικρεβατίνα και  (β) η κρεβατίνα. Η διαμόρφωση σε σπαλιέρα ή κορδόνι αποφεύγεται γιατί δεν είναι αποδείχτηκε αποδοτική.
Στην ημικρεβατίνα τοποθετούμε τους πασάλους κάθε 4 μέτρα επί των γραμμών και 4-5 μέτρα μεταξύ των γραμμών. Τα φυτά διαμορφώνονται με έναν κορμό και όταν φτάσουν  το ύψος (περίπου 2 μέτρα) της οροφής, διαμορφώνονται ώστε να αναπτυχθούν οι κύριοι βραχίονες με τα καρποφόρα κλαδιά. Αυτός ο τύπος διαμόρφωσης θεωρείται πλέον ξεπερασμένος και τείνει να αντικατασταθεί πλήρως από την πιο αποδοτική κρεβατίνα.
Στην κρεβατίνα οι πάσαλοι τοποθετούνται κάθε 4-5 μέτρα επί των γραμμών και 3,6-4 μέτρα μεταξύ των γραμμών. Τα φυτά διαμορφώνονται με έναν κορμό ο οποίος θα διασταυρώνεται στην οροφή της κρεβατίνας με τους καρποφόρους κλάδους να αναπτύσονται σε ενιαίο πλέγμα από σύρματα κάθε 60-90 εκατοστά. Έτσι το φυτό αξιοποιεί καλύτερα και ταχύτερα όλη την επιφάνεια του χωραφιού και ταυτόχρονα φωτίζεται καλύτερα. Με τα χρόνια αποδείχτηκε το πιο εντατικό σύστημα διαμόρφωσης του ακτινιδίου με τη μεγαλύτερη στρεμματική απόδοση.
Οι αποστάσεις των φυτών εξαρτώνται από την ποικιλία και το σύστημα διαμόρφωσης. Γενικά, στην ποικιλία Hayward φυτεύουμε από 60 έως 95 φυτά το στρέμμα σε πυκνή φύτευση. Μία τυπική αναλογία αρσενικών προς θηλυκά είναι ένα προς επτά. Τα πρώτα 2-3 χρόνια γενικά αποφεύγουμε το αυστηρό κλάδεμα για να αναπτυχθεί το φυτό καλύτερα. Μόλις μπούμε στην καρποφορία, (μετά το 3ο -4ο έτος), κάνουμε χειμερινό κλάδεμα το οποίο συνίσταται στο κλάδεμα τών κληματίδων που καρπίσαν σε 6 περίπου μάτια  μετά τον τελευταίο καρπό. Στην κρεβατίνα μπορούμε να κάνουμε και πιο μακρύ κλάδεμα, ενώ αφαιρούμαι τις καρποφόρες κεφαλές που είναι πάνω από 3 ετών. Καλό είναι επίσης και το κορφολόγημα που γίνεται κατά τη διάρκεια του θέρους στα 6-8 μάτια μετά τον τελευταίο καρπό.

Το ακτινίδιο φέρει δύο ειδών οφθαλμούς,βλαστοφόρους και ανθοφόρους. Οι τελευταίοι εμφανίζονται σε βλαστούς του έτους όταν φτάσουν περίπου τα 10 εκατοστά. Γύρω στις 15 Μαϊου όταν η κλιματίδα φτάσει  το 1,5 μέτρο το φυτό ανθίζει. Το ακτινίδιο και είναι φυτό και εντομόφιλο και ανεμόφιλο όσον αφορά την γονιμοποίηση. Το αρσενικό φυτο που έχει επικρατήσει είναι το Tomuri που συνανθεί με τη Hayward και σε δεύτερο βαθμό το Matua. Τα θηλυκά φυτά μπαίνουν στην καρποφορία το 30-40 έτος και στην πλήρη παραγωγή το 6ο-7ο . Οι αποδόσεις στην ποικιλία Hayward, που είναι και  σημαντικότερη, κυμαίνονται από 2 έως 4 τόνους το στρέμμα. Τα τελευταία χρόνια εξάλλου έχει επικρατήσει η χρήση κυτοκινινών με αποτέλεσμα να έχει ανέβει πολύ ο μέσος όρος της απόδοσης.

Η σημαντικότερη εντομολογική προσβολή του ακτινιδίου είναι το κοκκοειδές Diaspis pentagona που προσβάλει τον κορμό και τους κλάδους του φυτού. Καταπολεμείται  σχετικά εύκολα με ψεκασμούς θερινού πολτού με εντομοκτόνο (π.χ. Dursban) ή θειασβέστο. Από τους νηματώδεις προβλήματα δημιουργεί o Meloidogyne hapla και αντιμετωπίζεται  με τα σύνηθη νηματοδοκτόνα (π.χ. Nemagur).
Η πιο σοβαρή μυκητολογική ασθένεια του ακτινιδίου είναι η Φυτόφθορα (Phytophthora cactorum και P.cinnamomi). Γενικά, εμφανίζεται όταν έχουμε υπεράρδευση, κακώς αεριζόμενα συνεκτικά εδάφη ή όταν φυτέψουμε κακής ποιότητας φυτά. Συνήθως εφαρμόζουμε Ridomil ή Alliette, την άνοιξη, με ενέσεις στο έδαφος (Ridomil) ή  διαφυλλικά(Alliette). Τελευταία, η Αλτερνάρια και το Στεμφύλιο έχουν δημιουργήσει προβλήματα, όπως και το βακτήριο Pseudomonas syringae var. actinidiae, ιδίως σε φυτά που έχουν εισαχθεί από την Ιταλία. Για τις δύο πρώτες ασθένειες καλά αποτελέσματα έχει δώσει το Cadus (Buscalid), ενώ  το βακτήριο το αποφεύγουμε  με τη φύτευση καθαρών φυτών.